ALONE
Picture

Στίχοι Καθρέφτες

Picture
- Τώρα από'δω αλλάζω λαλιά κώδικα και νοηματική κανένας βολεμένος, κανένας αδρανής δε θα συνουσιάζεται μαζί μου.Κανείς δε θα ταυτίζεται.Κανένας δε θα κρύβεται πίσω απ'τα συμπονετικά του αισθήματα κατανόησης για την τρέλα του "άλλου".Θάνατος στις τέχνες και τα γράμματα που παίρνουν το ρόλο της ζωής.Σας έμαθα τώρα. Σας ξέρω καλά.
(Κατερίνα Γώγου)

- Άσπρη είναι η αρία φυλή η σιωπή τα λευκά κελιά το ψύχος το χιόνι οι άσπρες μπλούζες των γιατρών τα νεκροσέντονα η ηρωίνη.Αυτά λίγο πρόχειρα για την αποκατάσταση του μαύρου.
(Κατερίνα Γώγου)

- O παράδεισος μου έπεφτε πάντα λιγάκι στενός Θέλω μια κόλαση στα μέτρα μου (Γιάννης Αγγελάκας )

- Αν δεν καώ εγώαν δεν καείς εσύαν δεν καούμε εμείςπώς θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη; (Ναζίμ Χικμέτ)

- Αυτός εκεί ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε μια συγκεκριμένη ζωήμε συγκεκριμένες πράξεις.Για αυτό και η συγκεκριμένη κοινωνίαγια τον συγκεκριμένο λόγο τον καταδίκασε σε έναν αόριστο θάνατο.(Κατερίνα Γώγου)

- Και τι δεν κάνατε
για να με θάψετε.
Όμως ξεχάσατε
πως ήμουν σπόρος.
( Ντίνος Χριστιανόπουλος )

-
Στάχτη Θα Γίνεις Κόσμε Γερασμένε
Σου Είναι Γραφτός ο Δρόμος Της Συντριβής
(Ναζίμ Χικμέτ )

-
Τώρα που βρήκα πια μιαν αγκαλιά
καλύτερη και απ'ότι λαχταρούσα
τώρα που μου'ρθαν όλα όπως τα'θελα
και αρχίζω να βολεύομαι
μες την κρυφή χαρά μου
νοιώθω πως κάτι μέσα μου σαπίζει.
( Ντίνος Χριστιανόπουλος )

Λίνος Ιωαννίδης- Θέμεθλο

-
Εδιάβαινα την έρημη τη νυχτωμένη πόλη
τους σιδερένιους δίαυλους
των σκουπιδιών τους ύπνους.
Μες στις στοές
αγόγγυτες χορδές φωνές ριγούσαν
μες στις χολέτρες ψίθυροι
κούρνιαζαν και σιγούσαν.
Ίλιγγος των υπόκοσμων,
παλμός και προσωδίες,
αρρωστημένο δύστυχο φτερούγισμα του σκότους.
Αισθάνθηκα τους παγερούς υπόγειους σωλήνες
στα σπλάχνα μου να τρίζουνε φριχτά
και να δονούνται.

Μ ‘έναν αχνό ανασασμό κι ένα λιτό μανδύα,
στης τρέλας μου τη μοναξιά
στου πόνου μου τη ψύχρα
στα πλανεμένα μου μυαλά
και στης ψυχής τη νύστα,
βυθίστηκα στ ‘ατάραχα νερά των υδρατμών μου.
Εδιάβαινα την έρημη τη νυχτωμένη πόλη
τους σιδερένιους δίαυλους
των σκουπιδιών τους ύπνους.
Μες στις στοές
αγόγγυτες χορδές φωνές ριγούσαν
μες στις χολέτρες ψίθυροι
κούρνιαζαν και σιγούσαν.
Ίλιγγος των υπόκοσμων,
παλμός και προσωδίες,
αρρωστημένο δύστυχο φτερούγισμα του σκότους.
Αισθάνθηκα τους παγερούς υπόγειους σωλήνες
στα σπλάχνα μου να τρίζουνε φριχτά
και να δονούνται.

Μ ‘έναν αχνό ανασασμό κι ένα λιτό μανδύα,
στης τρέλας μου τη μοναξιά
στου πόνου μου τη ψύχρα
στα πλανεμένα μου μυαλά
και στης ψυχής τη νύστα,
βυθίστηκα στ ‘ατάραχα νερά των υδρατμών μου.